Πολιτισμός ή Λαϊκισμός
Αριστοτέλης Ράπτης
Επ. Καθηγητής
Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου
Εφημερίδα: Έρευνα 10 Απριλίου 1992
Όλες οι χώρες της Ευρώπης στέκονται με ευλάβεια σε ότι έχει σχέση με την εθνική τους παράδοση. Η πολιτιστική παιδεία θεωρείται απαραίτητο στοιχείο της εκπαίδευσης. Ιστορικά μνημεία πολύ νεότερων εποχών από ότι το δικό μας αξιοποιούνται ως αξιοθέατα και γίνονται κέντρα οικονομικής ζωντάνιας και πολιτιστικής προβολής.
Ακόμη και στις πρώην «σοσιαλιστικές» χώρες αξιοποιήθηκε με περηφάνεια η λαμπρότητα βασιλικών τσάρικων ανακτόρων, η καλλιτεχνική αυθεντικότητα των θρησκευτικών μνημείων, καλλιεργήθηκε η εκκλησιαστική μουσική παράδοση, παρ’ όλη την ιδεολογική αντίθεση προς όσα τα μνημεία αυτά συμβολίζουν. Σήμερα μάλιστα συνειδητοποιήθηκε περισσότερο από ποτέ ότι με το τεχνητό πνίξιμο ορισμένων θρησκευτικών παραδόσεων προκαλούνται αντίθετα από τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα, δηλαδή οπισθοδρομήσεις και ηφαιστειακά φαινόμενα κοινωνικής αντίδρασης.
Στη χώρα μας έχουμε φθάσει σε ένα σημείο που ούτε ένας εχθρός μας δε θα το ήλπιζε: τα διατηρητέα κτίσματα εξαφανίζονται η περιφρονημένη από τους επίσημους φορείς δημοτική παράδοση σβήνει καθώς χάνονται οι άσημοι αλλά γνήσιοι εκφραστές της. Παρασυρμένοι ακόμα από κάποια εύηχα συνθήματα ενός πρωτόγονου «προοδευτισμού» θεωρήσαμε ότι από μόνο του το αδιάκριτο γκρέμισμα και η πολεμική ενάντια σε ορισμένα θρησκευτικά σύμβολα θα απέβαιναν αυτομάτως προς όφελος των φτωχότερων τάξεων, γιατί έτσι επιτυγχάνεται αφύπνιση και παραχωρείται σ΄ αυτές ένα μέρος δύναμης και εξουσίας.
Σήμερα όμως, μετά από τις κοσμογονικές αλλαγές που πραγματοποιήθηκαν στο διεθνή πολιτικό χώρο και το γκρέμισμα πολλών μύθων ένθεν και ένθεν συνειδητοποιούμε και στη χώρα μας ότι όσο στείρος υπήρξε ο συντηρητικός λογιοτατισμός, η απροσάρμοστη προγονοπληξία και η υποκριτική χωρίς κανένα πρακτικό αντίκρισμα, «εθνικοφροσύνη», άλλο τόσο άγονος και αντιδιαλεκτικός αποδεικνύεται ο κοντόφθαλμος οικονομισμός, ο ανιστόρητος «εκσυγχρονισμός» και ο ψηφοθηρικός λαϊκισμός.
Για να επιβιώσουμε σαν χώρα και σαν πολιτισμός χρειάζεται να αποκτήσουμε υπόσταση, εθνική ταυτότητα.
Γιατί το όραμα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης δε φαίνεται ότι θα πραγματοποιηθεί μέσω της επιβολής κάποιας ομοιομορφίας και του αφανισμού της ιδιαιτερότητας.
Οι ευρωπαϊκές χώρες στην κοινότητα θα επιβιώσουν μέσω των οικονομικών αλλά και των πολιτιστικών ανταλλαγών καθώς και μέσω της δυναμικής ανάδειξης της φυσιογνωμίας της κάθε χώρας.
Πώς θα αποκτήσουμε όμως φυσιογνωμία αν δεν τη δημιουργήσουμε πρώτα; Είναι η εθνική ταυτότητα κάτι που μπορούμε να το κατασκευάσουμε ξαφνικά, όποτε θυμόμαστε ότι κινδυνεύουμε; Κυριαρχούμενοι από ένα εθνικό άγχος με αποκλειστικά οικονομίστικο περιεχόμενο, αφού έχουμε παραμελήσει την πολιτιστική μας συνέχεια και χωρίς τη δημιουργική σύνθεση της παράδοσης με τα σύγχρονα και νεωτεριστικά ρεύματα, μοιάζουμε με ένα δένδρο που τα κλαδιά καταστρέφουν τις ρίζες του, που μαραζώνει χωρίς χυμούς και γόνιμους καρπούς.
Οι παραπάνω σκέψεις και προβληματισμοί δε βασίζονται σε μια ανάγκη έκφρασης θεωρητικού στοχασμού χάριν ακαδημαϊκής συζητήσεως, ξεκινούν από ένα πρόβλημα, φαινομενικά τοπικού χαρακτήρα, που τα τελευταία χρόνια αντιμετωπίζει ένα από τα αρχαιότερα μοναστήρια της περιοχής Καλαμπάκας, το γραφικό και ξεχασμένο Μοναστήρι Σταγιάδων.
Το μοναστήρι αυτό, που θα έλεγε κανείς ότι επιβιώνει χάρις στην ηρωική επιμονή και αφοσίωση μιας φούχτας μοναχών που συνδέουν τη ζωή τους μαζί του, ούτε σε τουριστική περιοχή βρίσκεται, ούτε άλλη πηγή εσόδων εκτός από τη διαχείριση ενός δάσους του Ρίγκλοβου, που του ανήκει με καθαρούς τίτλους, οι οποίοι αναγνωρίσθηκαν και με την υπ΄αρ. 60 /2-6-34 απόφαση του Υπουργείου Γεωργίας.
Το πρόβλημα άρχισε όταν επί ΠΑΣΟΚ δημοσιοποιήθηκαν ορισμένες κυβερνητικές προθέσεις περί παρεμβολής του κράτους στην εκκλησιαστική περιουσία. Έτσι ορισμένοι θερμόαιμοι κάτοικοι γειτονικού χωριού προχώρησαν όχι μόνο στην πραξικοπηματική κατάληψη και νομή του μοναστηριακού δάσους, αλλά και εμποδίζουν έκτοτε με βίαιο τρόπο κάθε απόπειρα άσκησης του νόμιμου δικαιώματος υλοτόμησης από μέρους του Μοναστηριού.
Το πρόβλημα έμεινε άλυτο μέχρι σήμερα με τα γνωστά πρόσφατα επεισόδια. Επικράτησε τελικά η μέθοδος της αυτοχειρίας και της τρομοκράτησης και η περιφρόνηση κάθε άλλης νόμιμης οδού και στο σημείο αυτό γεννώνται πολλά ερωτήματα.
1. Έχοντας υπόψη όσα αναφέραμε στο εισαγωγικό σκεπτικό, με βάση ποια σύγχρονη ιδεολογία νομιμοποιείται άραγε η αυθαιρεσία και η τρομοκράτηση από όπου και αν προέρχονται;
2. Αν έχουν προβλήματα οι κάτοικοι του χωριού αυτού, γιατί δε σκύβουν σ΄ αυτό οι διάφοροι αρμόδιοι φορείς, αλλά αντίθετα τους παρακολουθούν και να επιδίδονται σε παράνομες βίαιες ενέργειες; Εξακολουθούμε ακόμη να υιοθετούμε τη χοντροκομμένη πολιτική ηθική που χωρίζει εξορισμού τις κοινωνικές ομάδες σε «καλές» και «κακές» οπότε και θα πρέπει να τασσόμαστε αυτομάτως εναντίον των αυτονόητα «κακών».
3. Γιατί, ενώ υπάρχει δικαστική απόφαση που προβλέπει κυρώσεις σε οποιονδήποτε παρεμποδίσει την υλοτομία καυσόξυλων από μέρους του μοναστηριού στο ιδιόκτητο αυτό δάσος δεν εφαρμόζονται; Γιατί η αστυνομία και το Δασαρχείο είναι θεατές μιας κατάφορης παρανομίας και αυθαιρεσίας και δεν επεμβαίνουν; Ποιες είναι αυτές οι δυνάμεις που εμποδίζουν και ποιες σκοπιμότητες ενδεχομένως εξυπηρετούνται;
Είναι κρίμα που αυτά συμβαίνουν σε εποχή που όλες οι ηγεσίες διακηρύσσουν την έγνοιά τους για «τη λειτουργία των θεσμών»….Δεν έχουν θεσμική αξία οι δικαστικές αποφάσεις; Δεν είναι θεσμός η λειτουργία ενός παλιού, φτωχού σε πόρους μοναστηριού;
Το Μοναστήρι όπου ξαπόστενε και οργάνωνε τις επιχειρήσεις του ο Π. Μελάς για την απελευθέρωση της Μακεδονίας μας, που βρίσκεται κοντά σε περιοχή που τη λυμαίνονται οι αρχαιοκάπηλοι, έχει πολιτιστική αξία. Είναι θεσμός, είναι ιστορικό διατηρητέο μνημείο, είναι σύμβολο και παράδοση.